© 2008 - 2017


-

Archiv

Blogger news

Blogger templates

 

+

Umblättern

Kategorien

 

Στη φόρα 4

Τα παράθυρα πέρα πέρα ανοιχτά. Μέσα ο φλοίσβος η αύρα η καλοκαιρινή το παρκεταρισμένο μάρμαρο οι λευκοί τοίχοι το φως, το φως του πρώτου πρωινού που έρχεσαι στον κόσμο κι εκείνη η μυρωδιά της παλιαντζούρας που δε φεύγει ποτέ απ'τα σπίτια στα μικρά νησιά. Πάνω απ'το τζάκι η φωτογραφία του παππού που το'σκασε απ'τους ναζί κρεμασμένος κάτω απ'το εμπορικό βαγόνι να τα'χει πιει με τον πατέρα, τα τέσσερα σπαθιά, η προτομή του Ιπποκράτη. Το πατρικό μου σπίτι. Ο dörnsk με τον ξύλινο καναπέ στη μια και το ντιβανάκι στην άλλη μεριά και ξαπλωμένοι εκεί κι εδώ εσύ κι εγώ, αυτή κι εγώ. Το σώμα μου σα να μην υπέφερε ποτέ με κουβαλάει κοντά στην απρόσωπη γυναίκα με τα μεγάλα σκουλαρίκια, έχει μαλακώσει με το βάρος της τη βαμβακερή κουβέρτα, φοράει εκείνο το φουστάνι το σα λατινοαμερικάνικο με τη βαθειά λαιμόκοψη, φυσικά από κάτω είναι γυμνή γιατί αλλιώς πώς θα πάει εμπρός η ιστορία, γίνομαι τρυφερός μαζί της, γίνομαι γιατί ποτέ δεν κατάφερα να είμαι με καμιά στ'αλήθεια, και πιάνουμε ένα αργό γαμήσι, και χύνω και δε μου πέφτει κι ο κύκλος ξαναπαίζει τέσσερεις πέντε φορές ώσπου πλέον κολυμπώντας στα ζουμιά στραγγαλισμένος από μέσα έχω απελπιστεί. Η απρόσωπη γυναίκα γελάει και δεν κουνιέται και της λέω βοήθησέ με αλλά απ'το λαρύγγι μου δεν ακούγεται φωνή, αυτό είναι το τέλος του νησιού. Ξύπνησα έχοντας μισοχύσει, όταν μεγαλώσεις δεν καίγεσαι κι από ντροπή, την έπιασα να την παίξω και τότε συνήρθα και σε είδα να με παρακολουθείς, μαζεύτηκα αμέσως, έβγαλα το χέρι έξω, το σκούπισα στο σωρτς, κι αυτό δεν είναι φαντασία δυστυχώς, στην επόμενη στιγμή βρισκόμουν μέσα σ'ένα στόμα αντρικό και σε ούτε μισό λεπτό έχυνα φωνάζοντας κι αρπαγμένος από κάποια μαύρα μαλλιά, όλα αυτά έγιναν σήμερα Κυριακή πρωί μόλις 130 χιλιόμετρα βόρεια του Wyk που φοβάμαι να ξαναεπισκεφτώ.